ξηρική καλλιέργεια

ξηρική καλλιέργεια
Σύστημα καλλιέργειας που μπορεί να αποβεί αποδοτικό σε συμπαγή εδάφη, σε μη αρδευόμενες ζώνες με κλίμα ημίξηρo. Αν και εφαρμόζεται από την αρχαιότητα, μόνο κατά τα τέλη του περασμένου αιώνα μελετήθηκε ορθολογιστικά και αποτέλεσε τμήμα της μεθοδολογίας για τη γεωργική εκμετάλλευση των ζωνών που έμεναν ακαλλιέργητες εξαιτίας φυσικών εναντιώσεων. Η ξ.κ. προσπαθεί κυρίως να συγκρατήσει και να αποθηκεύσει στο έδαφος όλο το νερό της λιγοστής βροχής και να το εκμεταλλευτεί ομοιόμορφα και με ισορροπία, για τον σκοπό αυτό, η μέθοδος συνίσταται κυρίως στην εκτέλεση των ακόλουθων εργασιών: 1) βαθιά κατεργασία του εδάφους κατά τη διάρκεια της περιόδου που προηγείται των εποχικών βροχών· 2) ανάπαυση του εδάφους χωρίς καλλιέργεια επί έναν χρόνο· 3) βωλοκόπημα και σκάψιμο ή διασκόρπση στην επιφάνεια άχυρου ή χόρτου ή στεγνής άμμου ή σκέπασμα του εδάφους με ψάθες, πισσόχαρτα ή ανάλογα υλικά, έτσι ώστε να σχημτιστεί ένα προστατευτικό στρώμα. Οι εργασίες αυτές μπορούν να εκτελεστούν ύστερα από άφθονες βροχές, ακόμα και αν δεν συμπίπτουν με τον ετήσιο ρυθμό. Μετά τις εργασίες αυτές αρχίζει η καλλιέργεια, με επιπλέον επιδίωξη να αφαιρεθούν τα ζιζάνια. Στα επικλινή εδάφη, για να αποφευχθεί η ροή του νερού προς τα κάτω, γίνεται συστηματοποίηση της επιφάνειας σε αναβαθμίδες. Όταν εγκαθίστανται δενδρώδεις καλλιέργειες, είναι χρήσιμο να διαμορφώνονται, ανάλογα με τον όγκο των δέντρων, αυλάκια συλλογής νερού, το οποίο πρέπει να οδηγείται στους λάκκους γύρω από τους κορμούς.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Μοντάνα — (Montana). Πολιτεία (381.086 τ.χλμ., 904.443 κάτ. το 2001) των βόρειων ΗΠΑ, που συνορεύει στα Β με τον Καναδά, στα Α με τη Βόρειο και τη Νότιο Ντακότα, στα Ν με το Γουαϊόμινγκ και στα Δ με την Άινταχο. Πρωτεύουσα είναι η Χελένα (περ. 26.000 κάτ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”